Βεβαίως και τα μάθατε. Μεταδόθηκε μεγαλοπρεπώς και με όλες τις τιμές από ιστοσελίδα σε ιστοσελίδα και από στόμα σε στόμα τον τελευταίο καιρό: μιλώ για το γεγονός της άφιξης του Χαρούλη (τί εννοείς ΠΟΙΑΝΟΥ Χαρούλη μανίτσαμ;!; - οκευ του Γιάννη, αν αυτή είναι η πληροφορία που σου διαφεύγει όταν σχηματίζεις την παραπάνω ερώτηση) στο Βόλο για τη συναυλία του Μουσικού Σχολείου της πόλης, όντας καλεσμένος της οποίας. Έπειτα, λοιπόν, από προτροπή φίλης, αποφάσισα να του κάνω του Γιαννάκη την τιμή να τραγουδήσει εμπρός εμού και της παρέας μου. Ανυπόμονη να δω να παίρνει σάρκα και οστά το πλάσμα που τραγουδάει και γελάει και η ψυχή του πιο πεισματάρικα κατσούφικου ανθρώπου, κίνησα για το θερινό δημοτικό θέατρο "Μελίνα Μερκούρη". Γεμάτη ενθουσιασμό προχωρούσα προς την είσοδο για να βγάλω εισιτήριο, όταν κάθε προσδοκία που είχα για τη βραδιά γκρεμίστηκε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα... Ένα ασφυκτικά μεγάλο πλήθος στεκόταν ενοχλημένο και συνάμα απογοητευμένο στο χώρο της εισόδου. Ο λόγος; Ο αριθμός εισιτηρίων που πουλήθηκε ήταν απελπιστικά μεγαλύτερος από τον αριθμό των θέσεων, με αποτέλεσμα κόσμος που έτρεξε από την πρώτη στιγμή να εξασφαλίσει τη θέση του στη συναυλία με το αντίτιμο των 5€, να μην είναι σε θέση (κυριολεκτικά) να την παρακολουθήσει ευπρεπώς. Αυτό που διαδραματιζόταν ήταν μια ευγενής "έκρηξη" λογικής και παραπόνου, καθώς εκτός θέσεων κοινού βρέθηκαν μάλιστα και γονείς παιδιών που λάμβαναν μέρος στη συναυλία. Εάν δε, κάποιος επιθυμούσε να μιλήσει στον υπεύθυνο για την όλη κατάσταση, το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν μια πολύ σύντομη συζήτηση με το συμπέρασμα "γεμίσαμε, όχι ούτε μπροστά από τις θέσεις γίνεται να καθίσετε, συγνώμη" μεταξύ του ιδίου και μαθητών του Μουσικού Σχολείου που είχαν ορίσει ως μόνους αντιπροσώπους του σχολείου και της διοργάνωσης ώστε να διασφαλιστεί πως κανείς που ήθελε να παρακολουθήσει την εκδήλωση και έφερε εισιτήριο να μην μπορέσει να πλησιάσει ούτε στο ελάχιστο πιο κοντά στη σκηνή ώστε να έχει μια κάποια καλύτερη εικόνα της σκηνής, και ακουστική(για συναυλία μιλάμε!). Και θα πίστευε κανείς πως σε εποχές τόσο δύσκολες όπως αυτή που διανύουμε, θα υπήρχε μεγαλύτερη ανθρωπιά και λιγότερη "δίψα" για κέρδος με κάθε κόστος, πατώντας μάλιστα στην αγάπη του ανθρώπου για μουσική. Μπράβο μας...
Αποφάσισα λοιπόν να ανεβώ, μαζί και με άλλον κόσμο της ηλικίας μου, στην ταράτσα του διπλανού χαμηλού κτηρίου και να ακούω από εκεί τη συναυλία, καθώς το να την παρακολουθήσω ήταν αδύνατο (βλέπε ψηλό διαχωριστικό ανάμεσα στην ταράτσα και τις τελευταίες θέσεις του θεάτρου, το οποίο δεν άφηνε περιθώρια). Πλησιάζοντάς το, ομολογώ πως διέκρινα σχισμές από τις οποίες, εάν πλησίαζα τόσο πολύ ώστε να φαίνεται ότι έχω ερωτικές βλέψεις για το εν λόγω διαχωριστικό ή δίνοντας την εντύπωση ανθρώπου που έχει παραιτηθεί από τη ζωή του και αναλογίζεται το τέλμα στο οποίο βρίσκεται στηρίζοντας το κεφάλι του με απελπισία, ήμουν σε θέση, με προσπάθεια, να διακρίνω πολύχρωμα φώτα κι ελάχιστη δράση πάνω στη σκηνή. Κουραστικό. Οπισθοχώρησα και κάθισα στα πεζούλια του χώρου, ζήτησα αναπτήρα από την κοπέλα που καθόταν δίπλα μου κι έκανα ένα τσιγάρο παρατηρώντας τον ουρανό. Ήταν τόσο όμορφη εκείνη η βραδιά, απέπνεε σχεδόν καλοκαιρινή αύρα. Ο νυχτερινός ουρανός, τα φώτα που διαχέονταν από τη σκηνή, η γλυκιά λυρικότητα της κρητικής μουσικής και οι όμορφες νεανικές φωνές, το μέρος που βρισκόμουν και το δροσερό αεράκι, ατμόσφαιρα που σε κάνει να θες να γράψεις ποίημα μιμούμενος Καβάφη.. Να με βγάλει από αυτό το φανταστικό παραλήρημα ανέλαβε το κινητό μου, ειδοποιώντας με πως η παρέα μου είχε φτάσει. Σε αντίθεση με μένα είχαν εισιτήρια και δεν τους πολυάρεσε η ιδέα να τη βγάλουμε ταρατσόβιοι (μα γιατί άραγε;!;!), επιχειρώντας να βρουν το δίκιο τους στην είσοδο ζητώντας θέσεις και υπεύθυνο. Άφαντα όμως και τα δυο. Αποφασίσαμε λοιπόν, όπως είδαμε κόσμο να επιχειρεί, να μπούμε, με προορισμό τα τσιμεντένια σκαλοπατάκια ανάμεσα από τις θέσεις να αποτελέσουν οικοδεσπότες ικανούς να φιλοξενήσουν τους πωπούς μας για όσο ακόμα συνεχιζόταν η συναυλία. Δεν ήμασταν οι μόνοι με τέτοια φαεινή ιδέα, όπως διαπιστώσαμε, και η αλήθεια είναι πως εάν είχα στην κατοχή μου όσα ζευγάρια παπούτσια πέρασαν από μπροστά μου προσπαθώντας να "στεριώσουν" κι αυτά κάπου στα σκαλοπάτια, θα μπορούσα να ανταγωνιστώ τον Χαρχαρή στην Ερμού. Χωρίς ανατροπές στη δράση συνεχίστηκε το υπόλοιπο της βραδιάς -κούνια που σε κούναγε Μάρω- με την αγωνία ολοένα και να αυξάνεται για την εμφάνιση του Χαρούλη, καθώς μέχρι στιγμής η χορωδία είχε ερμηνεύσει πασίγνωστα κομμάτια του αοιδού και όλοι κοιταζόμασταν μεταξύ μας με την απορία τί θα έμενε να τραγουδήσει ο ίδιος. Δυο-τρεις φορές μάλιστα ξεγελαστήκαμε νομίζοντας πως ήρθε η ώρα του να ανέβει στη σκηνή (μα είχε πάει 10 η ώρα και long time no see που λεν και στο χωριό μου). Κι εκεί που για τρίτη φορά φοβηθήκαμε πως μας έκαναν πλάκα, εμφανίστηκε επιτέλους. Αν με ρωτούσατε τι πρωτο πρόσεξα πάνω του θα σας απαντούσα: τα μαλλιά του (ναι πείτε με ρηχή που ανάμεσα στον κόσμο που τον περιτριγύριζε αγκομαχούσα να διακρίνω αν ήταν όντως εκείνος, με ξεχωριστό χαρακτηριστικό την μακριά του χαίτη) και το χαμόγελό του. Ω ναι, αφήνοντας στην άκρη τις τρίχες, αυτό που αποτελεί σήμα κατατεθέν του Γιάννη Χαρούλη είναι το πλατύ και γεμάτο χαρά χαμόγελό του, όμοιο με μικρού παιδιού που του κάνουν δώρο το παιχνίδι που λαχταρούσε τόσον καιρό. Έτσι απλά πανέμορφος ανέβηκε στη σκηνή, συνοδευόμενος από τη διευθύντρια του σχολείου που ανέλαβε να τον προϋπαντήσει. Με τη σειρά του πήρε το μικρόφωνο και ανακοίνωσε πως δεν έχουν πραγματοποιηθεί πρόβες (αχ τι πλακατζής καλέ) και δεν έχει ιδέα τι τρέχει με τους τόνους (σίγουρα όχι τα ψαράκια που αποτελούν συστατικό της γνωστής τονοσαλάτας). Αυτό που ακολούθησε ήταν δυο τραγούδια "ξαναζεσταμένα" για τη βραδιά, με το μικρόφωνο στον Χαρούλη κι από έναν μαθητή σε καθένα και άλλο ένα που καταφέραμε να απολαύσουμε τον αοιδό μόνο στο μικρόφωνο. Πρώτο πιάτο σε replay "Ο ακροβάτης" με τη συνοδεία μαθητή-αηδονιού, με τον μικρό να έχει δώσει ρέστα με την χαρακτηριστική χροιά του σε ό,τι είχε τραγουδήσει πρωτύτερα. Ακολούθησε το "Σου μιλώ και κοκκινίζεις", με τη χαρά του κόσμου να έχει χτυπήσει.. κόκκινο και ως περίτρανη απόδειξη ο μεγάλος κύκλος ανθρώπων που σχηματίστηκε μπροστά στην σκηνή, χορεύοντας με κέφι. Τρίτα και τελευταία για τη βραδιά τα "Αγρίμια και αγριμάκια", ναι καλά διαβάσατε, με αυτά "έκλεισε το μαγαζί" και τον κόσμο διχασμένο, αναρωτώμενο αν έπρεπε να χαρεί που άκουσε ζωντανά τον υπέροχο καλλιτέχνη με την όμορφη ψυχή ή αν έπρεπε να νιώσει "προδωμένος" από την καλή δουλειά μάρκετινγκ που δεν προμήνυε τόσο σύντομη εμφάνιση. Και το'πε ο άνθρωπος πως δεν έγιναν πρόβες, οι άπιστοι Θωμάδες φταίμε.. Υπογραφή & επιμέλεια: Marw Scott
0 Comments
Leave a Reply. |
AuthorWrite something about yourself. No need to be fancy, just an overview. Archives
March 2021
Categories |